Κυριακή 27 Σεπτεμβρίου 2009

Φυσάει Κόντρα...

Όλο και πιο συχνά ακούμε εκφράσεις του τύπου «μας παίρνουν τις δουλειές», «ρίχνουν τα μεροκάματα», «αυξάνουν την εγκληματικότητα», ενώ θεωρίες για την ύπαρξη ανώτερων και κατώτερων φυλών ξυπνούν φαντάσματα του παρελθόντος. Ας μην είμαστε αφελείς. Τέτοια ιδεολογήματα είναι αναμενόμενα σε περιόδους οικονομικής κρίσης, αφού «βολεύουν» τόσο τους εργοδότες που μεταφέρουν την οργή των εργαζομένων μακριά τους, αλλά επιπλέον προσφέρει και στους τελευταίους ένα εξιλαστήριο θύμα για να κατηγορούν, μη βλέποντας τον πραγματικό εχθρό προς την κατεύθυνση του Κεφαλαίου.

Προφανώς, οι 100.000 και πλέον άνεργοι το 2009 στην Ελλάδα, δεν οφείλονται στον μετανάστη, αλλά στον καπιταλιστή που κλείνει την επιχείρησή του και την κοπανά σε αναζήτηση άλλου «παραδείσου εκμετάλλευσης» εργαζομένων.
Η μετανάστευση είναι στ’ αλήθεια μεταφορά εργατικών χεριών, ανθρώπων που παράγουν πλούτο. Οι μετανάστες είναι αυτοί που έκτισαν τα «οικονομικά θαύματα» του καπιταλισμού, όπως η Αμερική του προηγούμενου αιώνα, ή η Γερμανία μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Και κάτι πιο κοντά στα δικά μας: είναι αυτοί χάρη στους οποίους, η χώρα μας πρόλαβε να τελειώσει τα έργα για την Ολυμπιάδα, τα οποία προβλήθηκαν από άλλους ως εθνική καταξίωση. Αυτοί οι άλλοι ζητούν τώρα την απέλασή τους πίσω στις χώρες που η ίδια τους η κυβέρνηση, σε συνεργασία με άλλες κυβερνήσεις και την Ε.Ε., καταστρέφουν, στο βωμό του κέρδους, αναγκάζοντας έτσι τον κόσμο να τις εγκαταλείψει.

Απ’ αυτούς που αναγκαστικά παίρνουν τον δρόμο της ξενιτιάς για οικονομικούς ή πολιτικούς λόγους, όσοι περάσουν τα σύνορα και το λιμενικό (1942 καταγεγραμμένοι νεκροί το 2007, 1502 το 2008 και πολλοί ακόμη μη καταγεγραμμένοι νεκροί στα σύνορα της Ε.Ε.) στοιβάζονται στα «κέντρα φιλοξενίας» ώσπου να απελαθούν. Η νομιμοποίηση της παραμονής των οικονομικών μεταναστών έγινε, κι αυτή, θέμα εκμετάλλευσης «εξειδικευμένων» κυκλωμάτων. Πληρώνουν και για να περάσουν τα σύνορα και για να μείνουν εντός. Από την άλλη μεριά οι πολιτικοί πρόσφυγες, οι οποίοι υποτίθεται προστατεύονται από ειδικές διατάξεις, βρίσκουν μπροστά τους τα ίδια. Περίπου 0.5% των αιτήσεων για πολιτικό άσυλο γίνονται δεκτές στην Ελλάδα.

Ορισμένοι, τελικά, καταφέρνουν να εξασφαλίσουν εργασία. Εκεί έχουν να αντιμετωπίσουν την ωμή εκμετάλλευση, την ανασφάλιστη εργασία και τα άπειρα εργατικά ατυχήματα λόγω των απαράδεκτων συνθηκών εργασίας. Επίσης, ενώ φουσκώνουν με τις εισφορές τους, τα έσοδα των ασφαλιστικών ταμείων, δεν μπορούν να έχουν αντίστοιχη πρόσβαση σε υπηρεσίες Υγείας και Πρόνοιας, ούτε να μεταφέρουν συνταξιοδοτικά δικαιώματα στις χώρες τους. Σαν να μην έφταναν αυτά, η ρατσιστική βία έχει αυξηθεί κατά 175% τον τελευταίο χρόνο. Υπάρχουν οργανωμένες ομάδες φασιστών, που ενθαρρύνονται και νομιμοποιούνται ιδεολογικά από τα κόμματα (βλ. ΛΑ.Ο.Σ.). Όλο και πιο συχνά μαθαίνουμε πια τα κατορθώματά τους, όπως μαχαιρώματα, ξυλοδαρμοί, «καρτέρι» ανθρώπων μες τα ξημερώματα, ακόμη και επιθέσεις σε σπίτια αλλοδαπών. Η αστυνομία όχι μόνον κάνει τα στραβά μάτια, αλλά συμμετέχει κι αυτή, με αντίστοιχες ενέργειες (ξυλοδαρμοί στα αστυνομικά τμήματα κ.α.).

Ν.Δ. και ΠΑ.ΣΟ.Κ συναινούν στην αντιμεταναστευτική πολιτική της Ε.Ε., μέσω της στήριξης των αντίστοιχων νόμων. Όμως, και τα συνδικαλιστικά όργανα, ΓΣΣΕ – ΑΔΕΔΥ, περιορίζονται σε ανθρωπιστικά μισόλογα, χωρίς να στηρίζουν την προσπάθεια για ένωση των μεταναστών και των εργατών σ’ ένα ενιαίο μέτωπο. Ας μην ξεχνάμε ότι οι μετανάστες όχι απλά ανήκουν στην εργατική τάξη, αλλά είναι και το πιο καταπιεσμένο κομμάτι της. Το Κεφάλαιο τρέμει την εργατική ταξική ενότητα και αυτήν ακριβώς πρέπει να επιδιώξουμε. Οι μετανάστες δεν χρειάζονται ούτε συμπόνια, ούτε οίκτο, αλλά κοινούς αγώνες ενάντια στην καταπίεση. Πρέπει να αντιληφθούμε πώς είναι και δικό μας συμφέρον να τούς στηρίξουμε, αφού το μέτωπό μας θα γίνει έτσι δυνατότερο και θα ανοίξει ο δρόμος για ακόμη περισσότερες διεκδικήσεις και νίκες του εργατικού κινήματος.

Οι μετανάστες είναι της γης οι κολασμένοι
Έλληνες και ξένοι εργάτες ενωμένοι!!!

Κράτος και Κεφάλαιο οι μόνοι Τρομοκράτες

Ζούμε σε μία περίοδο όπου το κίνημα δίνει εντονότατες μάχες προκειμένου να μπορέσει να βγει νικηφόρο μέσα από την οικονομική κρίση που έχει δημιουργηθεί για μια ακόμα φορά και που οφείλεται στις τερατώδης αντιφάσεις που προϋποθέτει ο καπιταλιστικός τρόπος παραγωγής. Προφανώς το κράτος, ένας στημένος διαιτητής μεταξύ εκμεταλλευτών και εκμεταλλευόμενων, στην προσπάθειά του να καταστείλει αυτόν τον αγώνα, εξαπολύει εναντίον του όλες τις δυνάμεις καταστολής που διαθέτει.
Η καταστολή του κινήματος μπορεί να είναι τόσο πνευματική όσο και σωματική. Στην πρώτη περίπτωση, τα ΜΜΕ με την πολύτιμη ικανότητά τους να επηρεάζουν την κοινή γνώμη, χρησιμοποιούνται προκείμενου να αποπροσανατολίζουν τους πολίτες από θέματα ύψιστης σημασίας, να παρουσιάζουν αντεργατικά μετρά που προωθούν οι κυβερνήσεις αλλά και αντισυνταγματικές αναθεωρήσεις που αφορούν την παιδεία ως αναγκαίο κακό, να δυσφημούν το κίνημα λέγοντας ότι είναι σαφώς ένα πολύ επικίνδυνο μέρος για να βρίσκεται κάποιος αφού ούτε λίγο ούτε πολύ, απαρτίζεται από τρομοκράτες και γενικά να προσπαθούν να διατηρήσουν τον κόσμο σε αδράνεια. Ιδιαίτερα δε σε περιόδους όπως αυτή της εξέγερσης του περασμένου Δεκέμβρη, τα ψέματα και η λασπολογία τους θα μπορούσαν με εξαιρετική επιείκεια να χαρακτηριστούν εξοργιστικά. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτού, αποτελεί το αλλοιωμένο ως προς τον ήχο βίντεο που προβλήθηκε από τον σταθμό Mega και στο οποίο φαίνεται η δολοφονία του 15χρονου Αλέξη Γρηγορόπουλου από τον αστυνομικό Κορκονέα έχοντας προσθέσει όμως ήχους συγκρούσεων κάνοντας μια απαράδεκτη απόπειρα να δικαιολογήσουν τον δολοφόνο. Τα ΜΜΕ πάντως δεν περιορίστηκαν μόνο σε αυτό αφού την στιγμή που το κίνημα μιλούσε για ζωές που χάνονται καθημερινά εξ αιτίας αυτού του παράλογου συστήματος, εκείνα προτιμούσαν να ασχολούνται με σπασμένες βιτρίνες.
Είναι όμως γεγονός πως ότι ξεφύγει από την κεραία της τηλεόρασης, το κράτος θα προσπαθήσει να το προλάβει με τις αστυνομικές του δυνάμεις. Δεν είναι λίγες οι φόρες όπου το εργατικό και το φοιτητικό κίνημα στην προσπάθεια τους να διεκδικήσουν θεμελιώδη δικαιώματα τους, εμποδίζονται με βίαιο τρόπο από την αστυνομία. Ας μην ξεχνάμε τις άγριες συλλήψεις αθώων φοιτητών του κινήματος 06-07 την χρήση χημικών έναντι αγροτών τον περασμένο Γενάρη ή ακόμη τον ξυλοδαρμό συνταξιούχων από άντρες των ΜΑΤ επί κυβερνήσεως ΠΑΣΟΚ κ.α. Με την χρήση λοιπόν χημικών, σωματικής βίας, αλλά και παρανομών συλλήψεων να αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι του προγράμματος προστασίας του πολίτη, η Ελληνική Αστυνομία φροντίζει εδώ και χρόνια να τιμωρεί όσους διεκδικούν μια καλύτερη κοινωνία και να τρομοκρατεί τους υπόλοιπους πολίτες δίνοντας τους έτσι μια ακόμη αφορμή για να αποποιηθούν των ευθυνών τους ως πολίτες και να παραμείνουν αδρανείς. Το ερώτημα λοιπόν είναι, αν θα υποκύψει ο καθένας από εμάς σε αυτόν τον κρατικό εκβιασμό.

Δεκέμβρης 2008

Η δολοφονία του 15 χρονου Αλέξη Γρηγορόπουλου την 6η Δεκεμβρη 2008 αποτέλεσε την αφορμή για να ξεσπάσει η κοινωνική έκρηξη του Δεκέμβρη, μια τομή για τους εγχώριους κοινωνικούς αγώνες. Στις ρίζες τις έκρηξης αυτής βρίσκονται μια σειρά αγώνων των εργαζομένων και της νεολαίας απέναντι στις μεταρρυθμιστικές λογικές που προωθεί η κυβέρνηση, για το «μαύρο» μέλλον που μας ετοιμάζουν…
Στην συγκεκριμένη περίοδο όπου η παγκόσμια οικονομική κρίση βρίσκεται στο αποκορύφωμά της –με άμεσες συνέπειες: την εργασιακή και ασφαλιστική ανασφάλεια, την περιστολή των δημοκρατικών δικαιωμάτων, τον εργασιακό μεσαίωνα, την νεοφιλελεύθερη αντιμεταρρύθμιση, την ρατσιστική έξαρση, την εργοδοτική τρομοκρατία- το φοιτητικό κινήμα πρέπει ενεργοποιηθεί και να –αντι-δράσει επιθετικά, αγωνιζόμενο για τα δικαιώματά του.

Η εξέγερση του Δεκέμβρη ήταν η φυσική συνέχεια των κινημάτων για το ασφαλιστικό, για την εκπαιδευτική μεταρρύθμιση και αποτελεί εφαλτήριο νέων αγώνων απέναντι στις κυβερνητικές πολιτικές που υποβαθμίζουν και χρησιμοποιούν τον άνθρωπο στο βωμό του καπιταλισμού.Η εξέγερση αυτή είχε πολύ σημαντικό χαρακτήρα εφόσον στάθηκε το πρώτο βήμα για τη συνένωση μαθητικού, φοιτητικού, εργατικού, κινήματος σε κοινό αγώνα απέναντι σε ένα σύστημα που οργανώνει απάνθρωπα όλες τις πτυχές της ζωής μας. Άλλωστε τα κινήματα που συγκροτούνται με μαζική συμμετοχή φορέων και συνελεύσεων, ειδικά όταν υιοθετούν οξυμένες μορφές πάλης (π.χ. καταλήψεις, διαδηλώσεις κλπ) είναι τα πιο απειλητικά για την κυβερνητική εξουσία.

Ο διαρκής εμπαιγμός, ο κυνισμός και η διαφθορά του πολιτικού συστήματος δημιούργησαν τον Δεκέμβρη που με την σειρά του ήρθε να εκφοβίσει και να εκβιάσει τους εκφραστές του πολιτικού συστήματος.
Στην κατεύθυνση περιορισμού της αμφισβήτησης που έχει ακολουθήσει την κινηματική αυτή έξαρση λοιπόν, η κυβέρνηση αντιδραστικοποιεί την πολιτική της για την τρομοκράτηση και πειθάρχηση του κινήματος, την καταστολή και απονομιμοποίησή του, προωθώντας νομοσχέδια για την κουκούλα στις διαδηλώσεις, ασκώντας πιέσεις για την άρση του πανεπιστημιακού ασύλου σε κάθε ευκαιρία, αλλά και με την ενίσχυση της παρουσίας της αστυνομίας και των δυνάμεων καταστολής.
Μπορούμε να παρατηρήσουμε μετά το Δεκέμβρη την ένταση της καταστολής και άμεσα. Πέρα από την κίνηση της κυβέρνησης να αυξήσει τον αριθμό των αστυνομικών και των δυνάμεων καταστολής, είναι πια καθημερινό φαινόμενο οι περιπολίες σε γειτονιές και η παρουσία δυνάμεων καταστολής σε περισσότερα κεντρικά σημεία. Ακόμα μπορούμε να δούμε την επιθετική τους στάση στις πορείες και άλλες κινητοποιήσεις, ενδεικτική της αντιδραστικής πολιτικής που προωθείται κεντρικά.

Παρά την επιθετική στάση της κυβέρνησης, το κίνημα του Δεκέμβρη έδειξε μια πρωτοφανή μαζικότητα και αλληλεγγύη μεταξύ των φορέων του. Τα πολιτικά χαρακτηριστικά που ανέπτυξαν οι εξεγερμένοι μαθητές ήταν πρωτοφανή, καθώς και η ενεργοποίηση μεταναστών, ανασφάλιστων εργαζομένων και ανέργων. Το φοιτητικό κίνημα αναζωπυρώθηκε και πρωτοστάτησε στα γεγονότα του Δεκέμβρη στρέφοντας τους πολιτικούς συσχετισμούς δύναμης προς το μέρος του. Αυτό επετεύχθη παρά την κατάπτυστη στάση των εκπροσώπων της ΠΑΣΠ και της ΔΑΠ, οι οποίοι κράτησαν ξεκάθαρα εχθρική στάση απέναντι στις φοιτητικές κινητοποιήσεις προσπαθώντας να μπλοκάρουν τις συλλογικές διαδικασίες των φοιτητικών συλλόγων που προωθούσαν τη ριζοσπαστικοποίηση του κινήματος. Από την άλλη, εκτονωτικό ρόλο είχε η ΠΚΣ η οποία επιχείρησε να εγκλωβίσει την κοινωνική έκρηξη στα στενά κομματικά πλαίσια που έθεσε η γραφειοκρατική ηγεσία του ΚΚΕ.
Παράλληλα με τα παραπάνω, πρέπει να κάνουμε σαφές ότι δεν αγνοούμε τις ανεπάρκειες του Δεκέμβρη και των πολιτικών δυνάμεων που συμμετείχαν σε αυτόν. Το κυριότερο ζήτημα ήταν η αδυναμία να μετουσιωθεί η αυθόρμητη λαϊκή οργή σε συνειδητή πολιτική δράση η οποία θα συγκροτούσε ένα μαζικό, διαρκές λαϊκό κίνημα σε ριζοσπαστική κατεύθυνση. Σε αυτά τα πλαίσια ασκούμε την αυτοκριτική μας καθώς παρά τη συνεπή παρουσία μας σε αγωνιστικές διαδικασίες δεν κατορθώσαμε να χαράξουμε την κατάλληλη στρατηγική που θα προσέδιδε ριζοσπαστικά χαρακτηριστικά στα υποκείμενα του Δεκέμβρη και θα δημιουργούσε τις αναγκαίες επαναστατικές δομές.
Συνεπώς, δεν αποθεώνουμε το Δεκέμβρη αλλά διδασκόμαστε από αυτόν και προετοιμάζουμε τη δράση μας για τους νικηφόρους αγώνες του αύριο.

Δευτέρα 21 Σεπτεμβρίου 2009

«Οι ιδέες της κυρίαρχης τάξης είναι ,σε κάθε εποχή, οι κυρίαρχες ιδέες» Καρλ Μαρξ

Είναι χαρακτηριστική ιδιότητα σχεδόν κάθε κοινωνικού σχηματισμού να καλύπτεται με υπερβατικούς «μανδύες». Έτσι, η φεουδαρχική κοινωνία του Μεσαίωνα κρύβει τον εκμεταλλευτικό χαρακτήρα της πίσω από το ιδεολόγημα του Θείου στοιχείου που υποτίθεται ότι επιτάσσει την βασιλική εξουσία και τη δουλοκτησία. Τη διαδικασία αυτή τη συναντάμε σε ακραία μορφή στον καπιταλισμό, οι ιδεολογικοί μηχανισμοί του οποίου έχουν αξιοποιήσει διάφορες έννοιες για να εξομαλύνουν τις ταξικές συγκρούσεις. Σε αυτά τα πλαίσια, ο καπιταλισμός και οι νόμοι της ελεύθερης αγοράς θεωρήθηκαν κατά καιρούς είτε ως ο πλέον «λογικός» τρόπος κοινωνικής οργάνωσης, είτε ο πιο «ακριβοδίκαιος» είτε ως ο μόνος «συμβατός» με την ανθρώπινη φύση ( λες και η ανθρώπινη φύση είναι κάτι το ανιστορικό και απαράλλαχτο μέσα στη διαδικασία της εξέλιξης). Ιδιαίτερα μετά την πτώση των σοβιετικών κρατών, οι ιδεολόγοι της άρχουσας τάξης αποθρασύνθηκαν πλήρως, φτάνοντας στο σημείο να μιλήσουν για «τέλος της ιστορίας», υπονοώντας ότι το καπιταλιστικό σύστημα είχε κερδίσει τη θέση του στην αιωνιότητα αφού κανείς πλέον δεν θα μπορούσε να το απειλήσει. Έτσι, τη δεκαετία του ’90 και καθώς οι προηγμένες δυτικές χώρες(με την καθοδήγηση της Ε.Ε.) «δένονταν» όλο και περισσότερο με τα νεοφιλελεύθερα ιδεώδη συνεχώς λιγόστευαν οι φωνές αμφισβήτησης του συστήματος. Σε αυτό το σημείο, τα αστικά ιδεολογήματα έφτασαν στο απόγειο της δόξας τους ενώ η αλαζονεία των εκφραστών τους έφτασε στο απροχώρητο.

Έχει όμως ο καιρός γυρίσματα και αποδείχθηκε για πολλοστή φορά πως οι ιδεολογικές αυταπάτες ωχριούν μπροστά στην πραγματική εξέλιξη της οικονομικής ζωής. Οι εργαζόμενοι έχοντας αποδεχθεί σιωπηρά τη νεοφιλελεύθερη λαίλαπα, είδαν στην αυγή της νέας χιλιετίας, την αναβίωση μεσαιωνικών συνθηκών εργασίας ενώ η περίφημη «αδιάκοπη ανάπτυξη» που θα εκμηδένιζε την ανεργία δεν φαινόταν πουθενά στον ορίζοντα. Σε όλα αυτά ήρθε να προστεθεί η βαθύτερη κρίση υπερσυσσώρευσης κεφαλαίου μετά το 1929, η οποία έχει εδώ και ένα χρόνο καθοριστικό αντίκτυπο στις συνειδήσεις των εργαζόμενων. Με την ανεργία να εκτοξεύεται σε χώρες προπύργια της πολιτικής της Ε.Ε. (π.χ. Ισπανία 15% του ενεργού πληθυσμού) και με ξεκάθαρη τη διάθεση του Ευρωπαϊκού κοινοβουλίου να εντείνει την επίθεση στα εργασιακά δικαιώματα (βλέπε προγράμματα stage, έκθεση Σερκας), ένα μεγάλο κομμάτι των εργαζόμενων και της νεολαίας μπήκε σε μια διαδικασία απόρριψης των αστικών ιδεολογημάτων. Πρόκειται για ιδιαίτερα σημαντική εξέλιξη αν σκεφθούμε ότι δεν αφορά μόνο μέλη και αγωνιστές της ριζοσπαστικής Αριστεράς αλλά υποκείμενα από όλο το πολιτικό φάσμα, τα οποία βιώνουν αυτή την περίοδο την πιο βίαιη αντίφαση ανάμεσα στην κοινωνική τους ύπαρξη και στον τρόπο σκέψης τους. Η αλλαγή αυτή των συσχετισμών επηρέασε σε ένα βαθμό ακόμα και τους αστικούς ιδεολογικούς μηχανισμούς, οι οποίοι μπροστά στην έξαρση της καπιταλιστικής βαρβαρότητας αναγκάστηκαν να περιορίσουν τις μεταφυσικές φαντασιοπληξίες τους για ένα «δίκαιο σύστημα» που οργανώνει η σοφά «αυτορυθμιζόμενη αγορά».

Το ζήτημα είναι πώς θα συγκάλυπταν αυτή τη φορά οι αστικοί θεσμοί τα μέτρα αντιμετώπισης της κρίσης προκειμένου να μη μειωθούν ούτε ποσοστιαίο χιλιοστό τα κέρδη του κεφαλαίο. Στην ουσία, πώς θα δικαιολογούσαν την σχεδόν άνευ όρων παροχή δισεκατομμυρίων ευρώ στο τραπεζικό κεφάλαιο (το Ελληνικό κράτος εξασφάλισε 28 δις)την ώρα που η εργατική τάξη καθώς και τα διάφορα (μισθωτά ή μη) μικροαστικά στρώματα βιώνουν τη συνεχή επιδείνωση του βιοτικού επιπέδου; Σε αυτή την περίπτωση χρειάστηκε να καταφύγουν στο κατασκεύασμα της «αναγκαιότητας», υπαινισσόμενοι ότι είναι αναγκαία η ενίσχυση των τραπεζών από τους φόρους των εργαζόμενων προκειμένου να αποφευχθεί η καθολική κατάρρευση της οικονομίας που θα οδηγούσε τη συντριπτική πλειοψηφία του πληθυσμού στην ανέχεια. Στην περίπτωση αυτή, οι ιδεολόγοι της άρχουσας τάξης χρειάστηκε να παραδεχθούν μια μικρή αλήθεια για να καλύψουν πίσω της ένα πολύ μεγαλύτερο ψέμα. Η αλήθεια , που υπονόησαν, είναι ότι μετά από τόσες δεκαετίες κυριαρχίας το καπιταλιστικό σύστημα έχει κατορθώσει να αναδιαρθρώσει κάθε τομέα της κοινωνίας επιβάλλοντας σε κάθε περίπτωση τους όρους αναπαραγωγής του κεφαλαίου. Σε αυτό έρχεται να προστεθεί η ολοένα και μεγαλύτερη σύμφυση των άλλων μορφών κεφαλαίου (εμπορικό, βιομηχανικό) στο τραπεζικό και γίνεται φανερή η αυξανόμενη εξάρτηση του συνόλου της κοινωνίας από το τραπεζικό σύστημα. Σε αυτά τα πλαίσια, κανείς δεν θα αρνηθεί ότι η επιβίωση των τραπεζών αποτελεί μια αναγκαιότητα μέσα στις σημερινές καπιταλιστικές συνθήκες, με την οποία συνδέεται με ποικίλους τρόπους το σύνολο του λαού. Η μεγάλη απάτη όμως, στην οποία προσπαθούν να παρασύρουν τους εργαζόμενους, είναι ότι δεν είναι δυνατό να ξεπεραστεί αυτή η σχέση εξάρτησης συνεπώς είναι «προς το συμφέρον όλων» η υποταγή σε αυτή και η διαχείριση της. Αποκρύπτουν έτσι ότι η επαναστατική δραστηριότητα του λαού μπορεί να καταστήσει απαρχαιωμένη αυτή την αναγκαιότητα, η οποία στέκεται πλέον εμπόδιο στην ικανοποίηση των κοινωνικών αναγκών. Οι τράπεζες, ως παράγοντας οργάνωσης της οικονομίας, είναι πλέον εμφανώς ανίκανες να διαχειριστούν , προς όφελος της κοινωνικής πλειοψηφίας, τις άνευ προηγουμένου ανεπτυγμένες παραγωγικές δυνάμεις. Έτσι, οι εργαζόμενοι δεν έχουν τίποτα να κερδίσουν συμμετέχοντας στις διαμάχες των αστικών κομμάτων για το αν πρέπει να χαριστεί το α ή το β ποσό στο τραπεζικό σύστημα

Συνεπώς, ας μην τρέφουμε αυταπάτες, το τελευταίο ιδεολογικό αποκούμπι του καπιταλισμού δεν θα καταρριφθεί καθόλου εύκολα και δεν αρκεί να ξεπεραστεί στην σκέψη των αγωνιστών της Αριστεράς. Έτσι, το καπιταλιστικό σύστημα έρχεται αντιμέτωπο με εσωτερικές αντιφάσεις του που όσα ιδεολογήματα και αν επιστρατεύσει δεν μπορεί να βρει λύσεις όσο στρέφεται στις ταξικές δομές που το ίδιο έχει δημιουργήσει. Η λύση έρχεται μέσα από την επαναστατική δραστηριότητα των μαζών που διεκδικώντας την κοινωνικοποίηση των μέσων παραγωγής και τον εργατικό έλεγχο, βάζουν ταφόπλακα στα αστικά ιδεολογήματα.

Τρίτη 8 Σεπτεμβρίου 2009

Καλεσμα σε Πορεία: Πεμπτη 10/9

Οι εξελίξεις του τελευταίου διαστήματος δείχνουν ότι το αστικό μπλοκ δεν ντρέπεται να κρύψει τις προθέσεις του. Η δεξιά ( λέγε με Ν.Δ.) μα και η αριστερή (λέγε με ΠΑΣΟΚ) μπότα του κεφαλαίου συμφωνούν απόλυτα ότι το «εθνικό συμφέρον» επιτάσσει ένα νέο γύρο επίθεσης στα στοιχειώδη δικαιώματα των εργαζόμενων. Ενορχηστρωτής της επίθεσης είναι –όπως πάντα- η Ευρωπαϊκή Ένωση, η οποία μέσω της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας εξέφρασε την ανάγκη για «πάγωμα» μισθών και συντάξεων προκειμένου να ξεπεραστεί η κρίση. Συνένοχος στο νέο γύρο εγκλημάτων που σχεδιάζονται, στέκεται η υποταγμένη ηγεσία της ΓΣΕΕ, η οποία όταν δεν κοιμάται τον ύπνο του δικαίου, καλεί τους εργαζόμενους σε κινητοποιήσεις με αίτημα να μην ξεπουληθούν πλήρως τα εργασιακά δικαιώματα. Ουσιαστικά, ο γραφειοκρατικός συνδικαλισμός συνδιαλλάσσεται με το κεφάλαιο παρακαλώντας να καταπατηθούν «με μέτρο» τα δικαιώματα των εργαζόμενων.
Μπροστά στο σκηνικό αυτό που μεθοδικά έχει στηθεί, οι εργαζόμενοι αρχίζουν να συνειδητοποιούν ότι δεν έχουν τίποτα να περιμένουν από τα αστικά κόμματα αλλά ούτε από τις γραφειοκρατικές ηγεσίες τους. Ιδιαίτερα το διάστημα από το Δεκέμβρη και μετά έγιναν τα πρώτα αισιόδοξα βήματα για την ανασυγκρότηση του εργατικού κινήματος με τη χάραξη νέας στρατηγικής που περιλαμβάνει ριζοσπαστικούς στόχους και νέες μορφές οργάνωσης. Μέσα από την αναβάθμιση του ρόλου των πρωτοβάθμιων σωματείων, προχωράει η ρήξη με λογικές υποταγής και αυτοπεριορισμού του κινήματος, οι οποίες προωθούνται με συνέπεια από τους συνδικαλιστές εκπροσώπους των ΝΔ-ΠΑΣΟΚ και οι οποίες έχουν καθηλώσει και ένα μεγάλο μέρος της Αριστεράς. Όμως η βαθύτατη οικονομική κρίση έχει αποκαλύψει την αναποτελεσματικότητα τέτοιων στρατηγικών καθώς η όξυνση των ταξικών αντιθέσεων πιέζει ,περισσότερο από ποτέ, για ένα ριζοσπαστικό, νικηφόρο κίνημα που θα φέρει τη διέξοδο από την κρίση. Σε αυτή τη λογική, τα ριζοσπαστικά τμήματα των εργαζόμενων αγωνίζονται προκειμένου να συνδέσουν την ικανοποίηση των άμεσων αιτημάτων τους με στρατηγικές που θα φέρουν τη ρήξη με το κατεστημένο και την ανατροπή του σε σοσιαλιστική κατεύθυνση.

Σε αυτά τα πλαίσια, ορθώνονται δύο επιλογές στους φοιτητές. Είτε να επικεντρωθούν αποκλειστικά στην εξεταστική του Σεπτέμβρη και να αγνοήσουν τις ταξικές συγκρούσεις που εντείνονται γύρω τους, είτε να επιλέξουν το δρόμο της συσπείρωσης με τα πρωτοπόρα τμήματα των εργαζόμενων και της έμπρακτης αλληλεγγύης στον αγώνα για ανατροπή της αντεργατικής πολιτικής και οικοδόμηση των βάσεων της εργατικής εξουσίας.
Εμείς, ως ΑΝΤΙΔΟΤΟ-ΕΑΑΚ, πιστεύουμε ότι τα συμφέροντα του φοιτητικού κινήματος είναι άρρηκτα δεμένα με αυτά του εργατικού και δεν τρέφουμε αυταπάτες για την ύπαρξη ενός «υπερταξικού» φοιτητικού κινήματος όπως το φαντάζονται οπορτουνιστικές δυνάμεις της σχολής μας π.χ. ΠΑΣΠ. Συνεπώς, καλούμε τους φοιτητές να συμμετάσχουν στην πορεία των πρωτοβάθμιων σωματείων στις 10/9, 19.30 στα Χαυτεία.

Ενισχύουμε τον αγώνα των εργαζόμενων για την ανατροπή των αντιλαϊκών πολιτικών της Ε.Ε. και τη σοσιαλιστική διέξοδο από την κρίση.